Πώς καταστρέψαμε την πρωτογενή μας παραγωγή και πώς θα αναστήσουμε το ελληνικό brand name



Πώς καταστρέψαμε την πρωτογενή μας παραγωγή και πώς θα αναστήσουμε το ελληνικό brand name


Του Δημήτρη Κουρέτα*

Το 1980 το ποσοστό της πρωτογενούς παραγωγής στο ΑΕΠ ήταν 25% και της μεταποίησης 15%. Το 1983 τα ποσοστά έγιναν 19% και 14% αντίστοιχα. Το 1987, 11% και 15% αντίστοιχα. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 2000. Μετά σιγά-σιγά άλλαξαν και σήμερα είναι πρωτογενής 3% και μεταποίηση 6%. Δηλαδή, τη δεκαετία 1981-1990 σημειώθηκε ραγδαία πτώση του ΑΕΠ της γεωργίας με μέσο ετήσιο ρυθμό -7,8%, τάση που αναστράφηκε μερικά την περίοδο 1991-1999, οπότε σημειώθηκε μέση ετήσια αύξηση 2,6%. Συνολικά όμως, για τη 19ετία ‘80-’99, η μέση ετήσια μεταβολή του ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα κινήθηκε στα επίπεδα του -3,0%, καθορίζοντας την πτωτική τάση του τομέα.

Λένε πολλοί σήμερα: E και; Και τι έγινε;

Διαβάστε χαρακτηριστικά από μια ομιλία του υπουργού Γεωργίας Στέφανου Τζουμάκα στο ΙΣΤΑΜΕ το 1998: Έλεγε ο Τζουμάκας: «Φέτος ο προϋπολογισμός είναι 15 τρισεκατομμύρια. Απ' αυτά έχουμε τα δέκα. Τα δέκα θα τα διαθέσουμε ως εξής: τρία τρισεκατομμύρια για χρεολύσια από τα προη­γούμενα δάνεια του κράτους, τρία τρισεκατομμύρια για τόκους των δάνειων αυτών. Έξι, λοιπόν, τρις για χρεολύσια και τόκους, που δανείζονταν οι προηγούμενες κυβερνή­σεις και έδιναν μέσα από το κράτος ενισχύσεις. Τρία τρισεκατομμύρια θα πάνε για μισθούς και για συντάξεις στο Δημόσιο. Και θα μείνει ένα τρισεκατομμύριο για να κάνει πολιτική η κυβέρνηση στην παιδεία, στην εκπαί­δευση, στον πολιτισμό, στα δημόσια έργα, σε όλες τις άλλες δραστηριότητες, στην άμυνα. Σε ό,τι άλλο διαμορφώνεται στο ελληνικό κράτος.Και επειδή δεν μπορούμε με ένα τρισεκατομμύριο να κάνουμε πολιτική, θα δανει­στούμε άλλα πέντε τρισεκατομμύρια σε ομόλογα, σε συνάλλαγμα, για να μπορέσουμε να εκτελέσουμε τον προϋπολογισμό».

Αυτή ήταν η συνταγή για πολλά χρόνια μετά το 1980 έως και το 2009 που έσκασε η φούσκα της «ανάπτυξης», με προεξάρχουσα την εγκληματική κατάσταση της περιόδου Καραμανλή 2003-2008, όπου μας ξετίναξε. Μπορεί όμως να γίνει κάτι σε αυτό που λέμε Παραγωγική Ανασυγκρότηση της πατρίδας μας; Αξίζει να δούμε λίγα στοιχεία που τα έχουμε ξαναγράψει σε διάφορα άρθρα αυτά τα χρόνια.

Η Ελλάδα από τη στιγμή που έγινε κράτος το 1827 και για περίπου 100 χρόνια ζούσε σχεδόν από ένα προϊόν. Τη σταφίδα. Με αυτή μεγάλωσαν και σπούδασαν σχεδόν τέσσερις γενιές. Η σταφίδα κάλυπτε το 50% των εξαγωγών μας ως χώρα, συνολικά. Δηλαδή αν υποθέσουμε ότι σήμερα που οι εξαγωγές μας είναι 27 δις ευρώ, σαν να έχουμε εξαγωγές σταφίδας 13,5 δις. Ενημερωτικά φέτος κλείσαμε με εξαγωγές σταφίδας 39 εκατ. ευρώ.

Το 2000 η χώρα είχε 60 νηματουργεία και παρήγαγε νήμα από βαμβάκι το οποίο το έκανε ρούχα. Σήμερα υπάρχει μόνο ένα νηματουργείο μεγάλο, ο Επίλεκτος στα Φάρσαλα. Το βαμβάκι μας εξάγεται στην Τουρκία κυρίως, παίρνουν οι αγρότες 350 εκατ. ευρω, γίνεται εκεί νήμα και το εισάγουμε πληρώνοντας 1,5 δισ., και τα ρούχα του Ελληνικού Στρατού φτιάχνονται στα Άδανα της Τουρκίας. Αυτό έγινε. Αυτή τη χώρα φτιάξαμε και καλούμαστε όλοι μας να την αλλάξουμε. Και την καταταντήσαμε έτσι με σειρά εγκληματικών πολιτικών για τη ανάπτυξη μετά το 1980.

Η χώρα μας είναι η δεύτερη σε βιοποικιλότητα στον πλανήτη, με αποτέλεσμα οι παραγωγές της να έχουν μεγάλη ιδιαιτερότητα άρα και ποιότητα. Η διεθνοποιημένη αγορά έχει οδηγήσει (όλο και περισσότερο) την πρωτογενή παραγωγή σε μια κατεύθυνση συμπίεσης του κόστους, κυρίως μέσα από πρακτικές μη ασφαλούς παραγωγής και αναζήτησης πρώτων υλών που εξυπηρετούν την μαζική βιομηχανία τροφίμων.

Η Ελλάδα, σαν μια περιοχή πρωτογενούς παραγωγής, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί με όρους μαζικής φτηνής, παραγωγής, γιατί το μέγεθός της δεν επιτρέπει την μετάβαση σε τέτοιου είδους εκμεταλλεύσεις. Το πλεονέκτημά της (υπήρξε και οφείλει να συνεχίσει να υπάρχει) ήταν οι μικρές παραγωγές που με κόπο, μεράκι και σεβασμό στον άνθρωπο μπορούσε να αντλήσει από το χώμα της. Η Ελληνική γη και οι άνθρωποι της απόλυτα συμφιλιωμένοι με το κοινό τους μέλλον μπορούν να παράγουν καταπληκτικά προϊόντα.

Από τα 27 δίσ. ευρω εξαγωγές της Ελλάδος το 2014, τα 10 δις είναι ορυκτέλαια τα οποία προκύπτουν από το πετρέλαιο που εισάγουμε, 5 δίσ. προϊόντα πρωτογενούς παραγωγής από τα οποία 1 δις ψάρια (είμαστε πρώτοι σε εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακιού στον κόσμο), 4 δις τρόφιμα, 1 δις γενόσημα φάρμακα. Δηλαδή το 35 % των εξαγωγών μας αφορούν την γη. Άρα η απάντηση στην ερώτηση και τι έγινε που η Ελλάδα έχει συρρικνώσει την παραγωγή της, είναι σαν να απεμπολούν οι Άραβες το πετρέλαιο.

Μερικοί «έξυπνοι» σύμβουλοι προσπαθούν να πείσουν τους ιθαγενείς ότι θα βγούν από την κρίση με τη δημιουργία start-ups, τους λένε όμως τη μισή αλήθεια. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις, Ελληνιστί (τον όρο start-up τον άκουσα σε ένα συνέδριο στην Καλαμπάκα το 1995), είναι διέξοδος φυσικά. Σε ποιο τομέα όμως; Στην πληροφορική; Η μήπως στην μικροηλεκτρονική;

Όχι κύριοι σύμβουλοι επιχειρήσεων. Η σύγχρονη γεωργία μικρών χωρών όπως η Ελλάδα απαιτεί μικρές παραγωγές εξειδικευμένων προϊόντων τα οποία:

Είτε θα χρησιμοποιηθούν ως πρώτη ύλη για την παραγωγή καινοτόμων, μοναδικών τροφίμων, ελκυστικών στον καταναλωτή, ικανών να εξαχθούν στην παγκόσμια αγορά
Είτε θα εξαχθούν ως έχουν, ως μοναδικά ελληνικά προϊόντα, ύστερα από μία βασική επεξεργασία (όπως καθαρισμός), και κατάλληλα συσκευασμένα με βάση τις διεθνείς προδιαγραφές.
Και στις δύο περιπτώσεις επιτυγχάνεται η παραγωγή τελικού διατροφικού, μοναδικού, Ελληνικού προϊόντος το οποίο θα πωληθεί στην διεθνή αγορά ως Greek brand name, με υψηλή προστιθέμενη αξία, και συνεπώς με υψηλή τιμή τέτοια που να εξασφαλίζει τελικά ικανοποιητικό εισόδημα σε όλους τους εμπλεκόμενους στην διαδικασία συμπεριλαμβανομένων και των γεωργών.

Ένα παράδειγμα: Ένα μεγάλο μέρος του Ελληνικού ελαιολάδου έχει τέτοια περιεκτικότητα σε φαινόλες, οι οποίες του επιτρέπουν να έχει ισχυρισμό υγείας ότι προστατεύει από την οξείδωση της χοληστερόλης και βοηθά στην υγεία των αγγείων. Όμως μόνο ελάχιστο μέρος του τυποποιείται έτσι, για να πουλιέται ως φάρμακο σε φαρμακεία και ακριβά καταστήματα στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικά ένα τέτοιο ελαιόλαδο με ισχυρισμό υγείας πουλιέται πάνω από 80 ευρώ το κιλό, σήμερα σε πολλά σημεία στην Νέα Υόρκη.

Μια τέτοια παρέμβαση θα σήμαινε έσοδα για τον παραγωγό περίπου 1,5 δις. Δηλαδή 10 φορές περισσότερα από ότι βγάζει τώρα.

Πότε επιτέλους θα ξεκινήσει αυτή η συζήτηση ντε;

* Ο κ. Δημήτρης Κουρέτας είναι καθηγητής Βιοχημείας-Βιοτεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, πρώην αναπληρωτής Πρύτανης.
liberal



Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από enot-poloskun. Από το Blogger.