ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΔΟΜΝΑΣ ΣΑΜΙΟΥ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1996. ΜΕ ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ!!


 


 

Οι συναυλίες δόθηκαν στο πλαίσιο του κύκλου «Χριστουγεννιάτικες Εκδηλώσεις», στις 26, 27, 28 και 29 Δεκέμβρη, 1996. Τη μουσική έρευνα και την καλλιτεχνική επιμέλεια είχε ο Λάμπρος Λιάβας.
Κάλαντα, τα τραγούδια του Έλληνα Αϊ-Βασίλη

Του Λάμπρου Λιάβα

«Δώδεκα μέρες γιορτινές...»
Όπως λέει ο λαός μας, «Δώδεκα μέρες γιορτινές Χριστούγεννα σημαίνουν». Δηλαδή, βρισκόμαστε μπροστά σε μια γιορταστική περίοδο που ο παραδοσιακός πολιτισμός δεν τη βίωνε αποσπασματικά και μεμονωμένα, όπως εμείς σήμερα, αλλά συμμετείχε σ' αυτήν μέσα από μια συνεχή τελετουργική διαδικασία ενός ολόκληρου δωδεκαημέρου, που ερχόταν να οροθετήσει τον ετήσιο κύκλο του.

«Χριστούγεννα - Πρωτούγεννα, πρώτη αρχή του χρόνου», καθώς και η χριστιανική λατρεία, όπως και οι άλλες μεγάλες θρησκείες της Ανατολής, ήρθε να τοποθετήσει τη γέννηση του Μεσσία σ’ αυτήν ακριβώς την κρίσιμη χρονική περίοδο, με αφετηρία τον έντονο συμβολισμό του χειμερινού ηλιοστασίου, όταν πλέον -μετά την πιο μεγάλη νύχτα- το φως αρχίζει να αυξάνει και η ελπίδα μιας νέας ζωής προετοιμάζεται στα σπλάχνα της γης.

Δώδεκα μέρες που ξεκινούν με τη γέννηση αυτής ακριβώς της ελπίδας, κορυφώνονται με τη συμβολική ενηλικίωσή της (1η Ιανουαρίου η Εκκλησία τοποθετεί την περιτομή του Κυρίου) και ολοκληρώνονται με τη βάφτιση, την επίσημη ευλογία-μύηση, που σηματοδοτεί την έναρξη της θείας αποστολής. Γι’ αυτό και ήδη από την αρχαιότητα (όταν την ίδια περίοδο γιορταζόταν το γενέθλιο του αήττητου Ήλιου, του Μίθρα) οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι μ’ ένα πλήθος τελετές γεμάτες σύμβολα και τραγούδια επικαλούνταν την καλοτυχία και τη γονιμότητα.

Πολλά απ’ αυτά πέρασαν και στο Βυζάντιο, για να καταλήξουν στη νεότερη Ελλάδα σμίγοντας τον παγανισμό με τη χριστιανική λατρεία κι επιβεβαιώνοντας την αδιάσπαστη ιστορική και πολιτισμική συνέχεια του Ελληνισμού.

Ένα ολόκληρο δέντρο στήνεται στη μέση της γιορτής, σύμβολο της αναβλάστησης και της καινούριας ζωής, ελπίδα και παρηγοριά μέσα στη νέκρωση του χειμώνα. Το συνήθιζαν άλλωστε και οι Ρωμαίοι στη γιορτή των Καλενδών, που γιόρταζαν την ίδια περίοδο και που δάνεισε το όνομά της και στα χριστιανικά κάλαντα. Κρεμούσαν στις πόρτες και τα παράθυρα δάφνες και μυρτιές και πράσινα φυτά (όπως έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες στις δικές τους γιορτές), έφτιαχναν στεφάνια από λουλούδια και τα κρεμούσαν κι αυτά, βάζοντας μέσα στα κλαδιά γιορταστικά φαναράκια. Το έθιμο το συνέχιζαν και στα βυζαντινά χρόνια, στολίζοντας κατά το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων τα σπίτια και τα μαγαζιά με κλαδιά από ελιά και δάφνη, ενώ σε πολλά μέρη, παρά τις αντιδράσεις της «επίσημης» εκκλησίας, διατηρούνται έως σήμερα τελετές και χοροί μεταμφιεσμένων που κρατούν διονυσιακά φαλλικά σύμβολα για τη γονιμότητα της γης. Το καραβάκι, το στολισμένο δέντρο, τα πράσινα αγκαθωτά φυτά καθώς και τα υπόλοιπα σύμβολα των Χριστουγέννων (ιερό ψωμί -«χριστόψωμο»-, σφάξιμο χοίρων, ιερή φωτιά κλπ.), όπου ο Χριστιανισμός συναντά την παγανιστική λατρεία, έρχονται να σμίξουν με τους ήχους από τις φωνές και τα όργανα (τουμπελέκι, τρίγωνα, αλλά και τοπικά λαϊκά όργανα, ανάλογα με την περιοχή) που συνοδεύουν τα κάλαντα.
Τα «κάλαντα» στην αρχαιότητα

Τα παιδικά αυτά «αγυρτικά» τραγούδια αντιπροσωπεύουν μια παλιά ελληνική παράδοση που αναφέρεται ήδη στον Όμηρο. Τα απαντάμε επίσης και στην κλασική εποχή με το όνομα «ειρεσιώνη», όταν παιδιά που ζούσαν και οι δύο γονείς τους έφερναν στα σπίτια το μήνυμα της καλής τύχης και της γονιμότητας με τραγούδια, κρατώντας στολισμένα κλαδιά δέντρων.

... Παραχειμάζων δέ Όμηρος εν τη Σάμω, ταις νουμηνίαις προσπορευόμενος προς τας οικίας τας εύδαιμονεστάτας, ελάμβανέ τι αείδων τα έπεα τάδε, α καλείται Ειρεσιώνη, ωδήγουν δε αυτόν και συμπαρήσαν αεί των παίδων τινες των εγχωρίων:
Δώμα προσετραπόμεσθ’ ανδρός μέγα δυναμένοιο,
ος μέγα μεν δύναται, μέγα δε βρέμει, όλβιος αιεί.
αυταί ανακλίνεσθαι θύραι πλούτος γαρ έσεισι
πολλός, συν πλούτω δε καί ευφροσύνη τεθαλυία,
ειρήνη τ’ αγαθή. Όσα δ’ άγγεα, μεστά μεν είη
κυρβαίη δ’ αιεί κατά καρδόπου έρποι μάζα,
νυν μεν κριθαίην ευώπιδα σησαμόεσσαν...

(Ομήρου Βίοι: Vita Herodotea, 462-482, εκδ. Oxford, Homeri Opera V5)

Παινέματα λοιπόν για τον «αφέντη του σπιτιού», μακαρισμοί κι ευχές «γι’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε», που η παράδοση τοποθετεί, εννέα αιώνες πριν από το άστρο της Βηθλεέμ, στο στόμα του τυφλού βάρδου που οδηγούν και παραστέκουν τα μικρά παιδιά. Στίχοι που παραπέμπουν στα κάλαντα τα νεοελληνικά, με εκπληκτικές αναλογίες.

Έχουμε, λοιπόν, το έθιμο της ειρεσιώνης στ’ αρχαία χρόνια, με τους «παίδας τους αμφιθαλείς» (παιδιά δηλαδή που και οι δύο γονείς τους βρίσκονταν στη ζωή) να γυρίζουν απ’ το ένα σπίτι στο άλλο κρατώντας ένα κλαδί ελιάς, που πάνω του είχαν κρεμάσει κομμάτια μαλλιού και καρπούς κάθε λογής, τραγουδώντας ευχές και παινέματα.

Γιορτάζοντας τα Πυανέψια ή τα Θαργήλια ή τα κατ’ αγρούς Διονύσια, το μήνα Ποσειδαιώνα (15 Δεκεμβρίου-15 Ιανουαρίου), οι ομάδες των παιδιών ξεχύνονταν τραγουδώντας στους δρόμους, με την ειρεσιώνη, που κρεμούσαν στην εξώπορτα του σπιτιού τους επί ένα χρόνο για να την κάψουν στη συνέχεια στην «τελεστική» φωτιά (σαν τα στεφάνια της Πρωτομαγιάς που καίγονται στις φωτιές του Αϊ-Γιάννη του Κλήδονα, τα νεότερα χρόνια).

Επίσης, κράταγαν διακοσμημένα ραβδιά, τους «θύρσους» των διονυσιακών γιορτών, και ομοιώματα πλοίων που συμβόλιζαν τον ερχομό του Διόνυσου. Τα στοιχεία αυτά ανακαλύπτουμε και στους καλαντιστές της νεότερης Ελλάδας, που συχνά κρατάνε μικρά καράβια, ενώ στη Μακεδονία και τη Θράκη πάλι «παίδες αμφιθαλείς», που τώρα λέγονται «μανοκυρουδάτοι», έχουν στολισμένα ραβδιά, τις «σούρβες», που μάλιστα πιστεύουν πως έχουν και μαγικές ιδιότητες!...
Από τη Ρώμη στο Βυζάντιο

Τα παινέματα και οι ευχές πέρναγαν με τα τραγούδια από γενιά σε γενιά, συνυφασμένα στα ρωμαϊκά χρόνια με τις Καλένδες, που γιόρταζαν στις πρώτες μέρες του Γενάρη την είσοδο της Νέας Χρονιάς.

Από τις ρωμαϊκές Καλένδες πήραν τ’ όνομά τους και τα κάλαντα, που έλαβαν τη μορφή που απαντάμε σήμερα από τα πρωτοχριστιανικά κιόλας χρόνια. Η επίσημη χριστιανική εκκλησία -τότε-, θέλοντας να εκμεταλλευτεί τη σημασία και την επισημότητα που προσέδιδαν οι Ρωμαίοι στις Καλένδες, τοποθέτησε στις μέρες αυτές την επέτειο της γέννησης του Χριστού. Μαζί όμως με την αίγλη της ειδωλολατρικής γιορτής, μεταφυτεύτηκαν στη χριστιανική και στοιχεία από τα έθιμα που την ακολουθούσαν, καθώς ο λαός δεν ήταν δυνατόν ν’ αποβάλει από τη μια στιγμή στην άλλη συνήθειες αιώνων.

Έτσι, τα τραγούδια της Ειρεσιώνης και των Καλενδών πήραν τη μορφή μιας μυθοποιημένης εξιστόρησης των γεγονότων των ημερών, ενώ διατηρήθηκαν οι ευχές για το σπίτι και τα παινέματα των νοικοκυραίων. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το έθιμο των μεταμφιέσεων που επικρατούσε τις μέρες αυτές, στη γιορτή των Σατουρναλίων (Κρόνεια), που γιορτάζονταν στα τέλη του Δεκέμβρη. Απ’ αυτό προήλθαν οι μεταμφιέσεις που συνηθίζονται τις μέρες αυτές σε πολλά χωριά της Βόρειας Ελλάδας και λέγονται «ρογκάτσια» ή «μπαμπόγεροι». Η επίσημη εκκλησία, βέβαια, αντέδρασε με όλα τα μέσα που διέθετε στο πέρασμα των «ειδωλολατρικών» αυτών παραδόσεων στις χριστιανικές γιορτές. Η εκκλησιαστική ιστορία μάλιστα διασώζει πύρινους λόγους επισκόπων (ο αρχαιότερος ανάγεται στα 400 μ.Χ.) γεμάτους αφορισμούς για τους χριστιανούς που «περιέρχονται μετά παμμεγέθους πομπής τω έθει των Ελλήνων... (ειδωλολατρών)».

Οι αντιδράσεις όμως δεν μπόρεσαν ν’ αποτελέσουν φραγμό στις συνήθειες αυτές και κυρίως στα κάλαντα, που καθιερώθηκαν ως αναπόσπαστο στοιχείο των γιορταστικών εκδηλώσεων για τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Πράγματι, στο χρονικό του Ιωάννη Τζέτζη, που χρονολογείται από τον 12ο αιώνα, συναντάμε τα εξής:

...Οπόσοι περιτρέχουσι χώρας καί προσαιτούσι,
κι όσοι κατ' άρχίμηνον του Ιανουαρίον
και τη Χριστού γεννήσει καί Φώτων τη ημέρα,
όπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες
μετά ωδών ή επωδών ή λόγων εγκωμίων
………………………………………..
ούτοι αν πάντες λέγοιντο κυρίως μηναγύρται...
Τα νεοελληνικά κάλαντα του δωδεκαημέρου

Τα σύμβολα και οι τελετουργίες του ελληνικού λαού για το χριστουγεννιάτικο Δωδεκαήμερο θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν το αντικείμενο μιας ολόκληρης σειράς άρθρων και βιβλίων. Εμείς ας σταθούμε κυρίως σ’ ένα από τα πιο έντονα και φορτισμένα στοιχεία της τελετουργικής αίσθησης του δωδεκαημέρου: στα κάλαντα. Τα μικρά παιδιά «μεσολαβούν» ανάμεσα στον υλικό και τον πνευματικό κόσμο για να φέρουν, μαζί με τη νιότη και τη δύναμη των συμβόλων και της μουσικής τους, την ελπίδα και την αισιοδοξία μπροστά σε μια καινούρια περίοδο που ξεκινάει. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται, πάνω απ’ όλα, το τραγούδι. Γιατί οι επικλήσεις και οι ευχές παίρνουν άλλη διάσταση όταν τραγουδιούνται· δίνουν «επισημότητα», ξεπερνούν τη μονοσημία του λόγου και μοιράζονται τη φόρτιση των συμβόλων που τα συνοδεύουν. Ο λόγος που τραγουδιέται, γίνεται λόγος μαγικός!

Γι’ αυτό και τα ελληνικά κάλαντα, με τον τεράστιο πλούτο και την ποικιλία τους, σ’ όλες τις περιοχές του Ελληνισμού συνδέονται με τη γιορταστική περιφορά των συμβόλων της ζωής και της γονιμότητας σ' όλα τα σπίτια, και την τραγουδιστή έκκληση για υγεία και καλοχρονιά. Κι αυτό συμβαίνει όχι μόνο με τα κάλαντα του δωδεκαημέρου (Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Θεοφάνιων), αλλά και με τα υπόλοιπα ανάλογα τραγούδια του ετήσιου κύκλου: Χελιδονίσματα (1ης Μαρτίου), Λαζάρου, Πάσχα, «Περπερούνα» (για την πρόκληση βροχής) κλπ., που ακούγονται όλο και λιγότερο.

Οι περισσότεροι από τους στίχους που έχουν ως θέμα τους την εξιστόρηση θρησκευτικών γεγονότων, έχουν κυρίως λόγια προέλευση -γεγονός που φαίνεται στις εκφράσεις που χρησιμοποιούν-, χωρίς αυτό όμως να αποκλείει τη λαϊκή παρέμβαση που έπαιξε ρόλο εξίσου σημαντικό στη διαμόρφωσή τους:

Καλήν εσπέραν άρχοντες
κι αν είναι ορισμός σας...
... εν των σπηλαίω τίκτεται...

Αυτό διαπιστώνουμε και στην αντιπαράθεση ενός χαρακτηριστικού αποσπάσματος από βυζαντινό ύμνο της μέρας των Θεοφάνιων (που σώζεται σε χειρόγραφο του 14ου αι. στη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων) με το ανάλογο απόσπασμα από τα κάλαντα της ημέρας αυτής, που εκτός από τη θεματική αναλογία παρουσιάζουν και την ίδια στιχοπλεκτική τεχνική:

Βυζαντινός ύμνος, 14ος αι. μ.Χ.

Σήμερον η κτήσις φωτίζεται
και πανηγυρίζει - ευφραίνεται.
Απο της ερήμου ο Πρόδρομος
ήλθε να βαπτίσει τον Κύριον...

Κάλαντα Θεοφανίων
Σήμερα τα Φώτα και οι φωτισμοί
η χαρά η μεγάλη και οι αγιασμοί.
ΑΪ-Γιάννη Πρόδρομε και βαφτιστή
έλα να βαφτίσεις Θεού παιδί...

Τα κάλαντα, σε γενικές γραμμές, παρουσιάζουν πολλά από τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των δημοτικών τραγουδιών, αποδεικνύοντας έτσι την καταγωγή και το ήθος τους.

Είναι χαρακτηριστικό το ακόλουθο δημοτικό τραγούδι απ’ την Πελοπόννησο, που αναφέρεται στις γιορτές των Χριστουγέννων και τα τραγούδια τους:

Ήρθανε τα Χριστούγεννα, ήρθανε οι γιορτάδες,
φτιάχνουν κυρές χριστόψωμα και δίπλες οι νυφάδες.
Αυτές οι μέρες το ’χουνε κι αυτές οι εβδομάδες,
να τραγουδάνε τα παιδιά, να χαίρουντ’ οι μανάδες.
Ας τραγουδάνε, ας χαρούν, του χρόνου ποιος το ξέρει,
γιά ζούμε, γιά πεθαίνουμε, γιά πάμε σ’ άλλα μέρη...

Ανάλογη είναι και η στροφή που συνοδεύει τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα στην Ορεστιάδα της Θράκης:

...χαρείτε κι ας χαρούμε,
προτού μας εύρει ο θάνατος
κι ύστερα λυπηθούμε...

Ανάλογες προτροπές για γλέντι και διασκέδαση, σαν αντίδραση στη νομοτέλεια του θανάτου, βρίσκουμε συχνά στα δημοτικά τραγούδια, όχι μόνο στα κάλαντα αλλά και στα αποκριάτικα και στα καθιστικά που ανοίγουν το γλέντι.
Ευχές και παινέματα

Οι καλαντιστές στα διάφορα χωριά της Ελλάδας συχνά χτυπάνε τις πόρτες των σπιτιών, τραγουδώντας ανάλογους στίχους.

Σε μερικά χωριά της Θράκης (λ.χ. Καστανιές Ορεστιάδας) βλέπουμε να τραγουδιέται ο εξής φανταστικός διάλογος, από τους καλαντιστές που χτυπάνε τις μασιές και τα ζίλια:

Άνοιξι πόρτα μ ’, άνοιξι, πόρτα μου καναρένια,
έχου δυο λόγια να σι πω κι κείνα ζαχαρένια.
Ποιος είσ’ ισύ ν’ ανοίξου γω; ν’ ανοίξου να ’ρθεις μέσα;
Εγώ ’μι που σου τα ’στειλα στου μαντιλάκ ’ διμένα
τα μήλα, τα δαμάσκηνα, τα τρουφαντά κιράσια...

(σύμβολα της ευφορίας της γης, που παραπέμπουν στους καρπούς τους κρεμασμένους στα φύλλα της αρχαίας ειρεσιώνης).

Μετά τη μελωδική εξιστόρηση του θρησκευτικού γεγονότος ακολουθούν οι ευχές και τα παινέματα: «Για το Χριστό τα είπαμε, ας πούμ’ και του αφέντη...».

Για τον νοικοκύρη:

Αφέντη μου πεντάφεντε, πέντε φορές αφέντη,
εσένα στέκ ’ αφέντη μον καθέκλα καρυδένια,
για ν’ ακουμπάς την πλάτη σου τη μαργαριταρένια.
(από την Κρήτη)

Για τη νοικοκυρά:

Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά καμαροφρύδα
και χρυσαλλίδα του γιαλού, και πάχνη από το χιόνι,
πήρες τα ρόδ’ απ' τη ροδιά, τ’ ασπράδι από το χιόνι,
πήρες και το ματόφρυδο από το χελιδόνι...
(από την Κρήτη)

Για τον γιο:

Έλα κι ας το παινέσουμε τούτο το παλικάρι,
οπώχει πλάτες γι ’ άρματα κι αρμούς για το λιθάρι,
και χέρια γοργογύριστα να ρίχνουν τη σαΐτα,
να σαϊτεύουν τα πουλιά και τα ’μορφα κοράσια.
(από την Κρήτη)

Για τη θυγατέρα:

Κερά μ ’ τη θυγατέρα σου, κερά μ ’ την ακριβή σου,
απ’ το φλουρί δε φαίνεται, και το μαργαριτάρι,
στο σύννεφο την έκρυψες να μην την αβασκαίνουν.
Την είδαν κόσμοι κι έφεξαν, παπάδες εθαμάξαν,
την είδε κι ο γραμματικός πέφτει λιγοθυμάει,
τρία κανιά ροδόσταμο να ξελιγοθυμίσει,
κι άλλα τρία κρύο νερό, να ’ρθ’ η ψυχή στον τόπο...
(από τη Θράκη)

Για το σπίτι:
Όσ’ άστρα έχει ο ουρανός και φύλλ’ από τα δέντρα,
τόσο καλό να δώσ’ ο Θιος, ιδώ που τραγουδάμι...
(από τη Θράκη)

Ακολουθούν προτροπές για φιλέματα και φιλοδωρήματα:
Αφέντη μου στην τάβλα σου χρυσή καντήλα καίει,
αν βάλεις λάδι καί κερί φέγγει όλο τον κόσμο,
κι από τα παραθύρια σου φέγγει και τις αρχόντ’σες,
πώς δριμονίζουν τα φλουριά, πώς κοσκινίζουν τ’ άσπρα.
Μ’ αυτά τα δριμονίσματα κέρνα τα παλικάρια,
κέρνα τα μάνα μ’, κέρνα τα, κέρνα τα ...βραχνιασμένα!
(από τη Θράκη)

Αφέντη μου ευγενικέ που ’χεις μεγάλη χάρη,
που σ’ έχουμε στον τόπο μας σαν το λαμπρό φεγγάρι,
άνοιξε το πουγκάκι σου το μαργαριταρένιο,
αν έχεις γρόσια δώσ’ μας τα, αν έχεις και παράδες,
αν έχεις και γλυκό κρασί βγάλε να μας κεράσεις.
(από τη Μακεδονία)

Σε περίπτωση όμως που ο νοικοκύρης αρνηθεί να φιλοδωρήσει την κομπανία, ακολουθούν κοροϊδευτικά τραγούδια:

Αφέντη μου στην κάπα σου χίλιες χιλιάδες ψείρες,
άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν, κι άλλες αβγά μαζώνουν...
Ο Έλληνας Αϊ-Βασίλης

Άλλο ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο απαντάμε στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς: Πρόκειται για το χαρακτήρα που δίνεται στη μορφή του Άγιο-Βασίλη. Ο θάνατός του, που συνέπεσε με την 1η Ιανουαρίου του 379, τον έκανε να συνδέσει τ’ όνομά του με τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς από τους Ορθόδοξους (οι Καθολικοί λ.χ. «έχουν» τον Αγ. Σιλβέστρο, οι Αγγλοι τον St. Nicholas κλπ.). Η λαϊκή παράδοση, που από τις αρχαίες Καλένδες ήθελε την Πρωτοχρονιά ως ημέρα σημαδιακή για την εξέλιξη της χρονιάς, φόρτισε και τον άγιο της μ’ όλες εκείνες τις ιδιότητες που ανταποκρίνονταν στους πόθους και τις ανάγκες της. Έτσι, ο Άγιος Βασίλης παρουσιάζεται πολύ συχνά στα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα σαν γεωργός.

Είναι χαρακτηριστικά τα κάλαντα όπως τα τραγουδούν στη Σούγια, ένα μικρό χωριό της Κρήτης στο Λιβυκό Πέλαγος:

Ταχιά ταχιά ’ν’ αρχιχρονιά κι αρχή του Γεναρίου,
αύριο ξημερώνεται τ’ Αγίου Βασιλείου.
Πρώτα που βγήκεν ο Χριστός στη γη να περπατήσει,
εβγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες.
Τον πρώτο που χαιρέτησε ήτον Άγιο-Βασίλης.
Καλώς τα κάνεις Βασιλειό, καλό ζευγάριν έχεις.
Καλό το λες αφέντη μου, καλό κι ευλογημένο,
που το βλογά η χάρη σου με το δεξιό σου χέρι,
με το δεξιό με το ζερβό, με το μαλαματένιο.
Γιά πες μου Αϊ-Βασίλη μου, πόσα μουζούρια σπέρνεις;
Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε,
ταή και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.
Εθέρισα κι αλώνεψα κι έκαμα χίλια μόδια,
και τα κορκοσκινίσματα χίλια και πεντακόσια.
Μα τ’ άλλα δεν εμέτρησα γιατί Χριστός επέρνα.
Και κεια που στάθην’ ο Χριστός χρυσό δεντρίν εβγήκεν,
και κεια που μεταπάτησε χρυσό κυπαρισσάκι
που ’χε στη μέση το σταυρό και στην κορφή τη βρύση,
στα μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
Κακάριζε, κακάριζε, πέρδικα κορονάτη,
μα επά τον έχουν τον υγιό, το μοσκοκανακάρη...

Ακόμα και στις περιπτώσεις που ο Αϊ-Βασίλης δεν πλάθεται στη φαντασία του λαού σαν γεωργός, αλλά σαν σοφός λόγιος που φέρνει μαζί του τη σοφία της Ανατολής, βλέπουμε να έχει άμεση σχέση με την καρποφορία:

...Εγώ τραγούδια δεν ηξέρω, μόνο γράμματα μαθαίνω.
Βασίλη, αν ξέρεις γράμματα πες μας τ’ αλφαβητάρι.
Και στο ραβδί τ’ ακούμπησε να πει τ’ αλφαβητάρι.
Ξερό ’ταν το ραβδάκι του, χλωρά βλαστάρια επέτα,
κι απάνω στα βλαστάρια του βρύσες εκυματούσαν,
και κατέβαιναν πέρδικες κι εβρέχαν τα φτερά τους,
και λούζαν τον αφέντη μας τον πολυχρονεμένο...

Οι μαγικές αυτές ιδιότητες του ραβδιού του Αϊ-Βασίλη -σύμφωνα με ορισμένους- παραπέμπουν στο ραβδί του Ααρών της Παλαιάς Διαθήκης, και -κατ’ άλλους- στα κλωνάρια που πέταξε η ιερή ελιά της Ακρόπολης αμέσως μετά την πυρπόλησή της από τους Πέρσες, όπως θέλει η παράδοση που διασώζει στα ιστορήματά του ο Ηρόδοτος.

Στη Μακεδονία και τη Θράκη υπήρχε το έθιμο να γυρίζει ένα μικρό παιδί στα σπίτια και ν’ αγγίζει με το ραβδί του, τη «σούρβα», τους αρρώστους και τα ζώα, έθιμο που παραπέμπει στις λαϊκές αυτές δοξασίες για τον Άγιο-Βασίλη και το ραβδί του. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και στη Λέσβο, όπου γύριζε στα σπίτια ένα «νόρφανο» παιδί (βλ. «αμφιθαλείς» παίδες των αρχαίων) κρατώντας στα χέρια του την εικόνα του Άγιου, φανάρι με «αμίλητο» φως από την εκκλησία, σταμνί με «αμίλητο» νερό, ρόδι, πορτοκάλι, πρόσφορο, κλαδί ελιάς και πέτρα χορταριασμένη (υλικά που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο συνεχίστηκαν οι αρχαίες προλήψεις και τελετές της ειρεσιώνης).

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στα ψωμιά που ζύμωναν αυτές τις μέρες οι νοικοκυρές (Χριστόψωμα, Βασιλόψωμα, κολλίκια, κουλιαντίνες κλπ.) έβαζαν στολίδια που παρίσταναν τ’ αλέτρι και το ζυγό, ενώ δίπλα τοποθετούσαν τις θημωνιές με τα στάχυα που περίμεναν να θερίσουν το καλοκαίρι.

Κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τη χριστουγεννιάτικη φωτιά που της έριχναν κρασί (όπως στις αρχαίες σπονδές) κι έφερναν δίπλα το αλέτρι που το άφηναν εκεί όλο το βράδυ με λιβάνι πάνω του, για να έρθει να το ευλογήσει ο Χριστός ή ο Αϊ-Βασίλης. Και -σ’ αντίθεση με τ’ άλλα κράτη της Δύσης- δεν περίμεναν δώρα, αλλά άφηναν αυτοί οι ίδιοι μέλι και γλυκίσματα για να φιλευτεί ο Άγιος... Ο ελληνικός Αϊ-Βασίλης.
Τα κάλαντα στη σύγχρονη πόλη

Κάλαντα, λοιπόν, που θα τα ξανακούσουμε αυτές τις μέρες από τις ομάδες των παιδιών, παρόλο που κάθε χρονιά οι καλαντιστές μειώνονται αισθητά (ιδιαίτερα όσο προχωράμε προς τα Φώτα) και η αίσθηση γίνεται όλο και πιο μηχανική, συμμετέχοντας στο καταναλωτικό παιχνίδι των ημερών.

Ένα ξερό «μας τα ’παν άλλοι!...» ή κάποιο νόμισμα, για να διακόψει βιαστικά, συχνά στη μέση, στίχους που τις περισσότερες φορές τραγουδιούνται χωρίς συναίσθηση του περιεχομένου και της λειτουργίας τους.

Μία και μόνη μελωδία, αυτή με τους λόγιους στίχους, απειλεί να εκτοπίσει τον τεράστιο πλούτο και την ποικιλία από τα διάφορα τοπικά κάλαντα σ’ όλες τις περιοχές του Ελληνισμού: από τα βυζαντινά κάλαντα της Μικράς Ασίας ως τα θρακιώτικα (που συμπαραστέκουν στην Παναγιά που κοιλοπονάει), και από τα κρητικά, με τη συνοδεία της λύρας, ως τα ποντιακά, που μαζί με το θαύμα της γέννησης αφηγούνται και το Θείο Πάθος...

Κάθε χρονιά οι ομάδες των καλαντιστών αριθμούν όλο και λιγότερα μέλη. Δεν είναι σπάνιο πια το φαινόμενο ενός μόνο τραγουδιστή, επιβεβαιώνοντας τη μοναξιά των παιδιών στη μεγάλη πόλη. Ενώ αισθητά έχει περιοριστεί και ο πλούτος των μουσικών οργάνων, παραχωρώντας τη θέση τους σ’ ένα άρρυθμο τρίγωνο ή στον πλαστικό ήχο της «μελόντικα».

Τα σύμβολα της ζωής και της γονιμότητας που περιέφεραν οι τραγουδιστές σ’ όλα τα σπίτια (έκκληση για ευλογία και τύχη αγαθή) δε βρίσκονται πια στα χέρια της ομάδας. Εκείνο όμως που -πάνω απ’ όλα- έχει θιγεί, είναι αυτή η παλιά καταπληκτική σχέση των τραγουδιστών με τον νοικοκύρη του σπιτιού και την οικογένειά του.

Έχει χαθεί η αναμονή και η προετοιμασία (ψυχική και υλική) για την έλευση των καλαντιστών, που φέρνουν μαζί με τη νιότη και τη δύναμη των συμβόλων και της μουσικής τους, την ελπίδα και την αισιοδοξία μπροστά σ’ ένα μέλλον σκοτεινό κι αβέβαιο.

Αυτήν την ελπίδα και την παρηγοριά που πρόσφεραν οι παραδοσιακές τελετουργίες, δεν έχει καταφέρει να τις ξεπεράσει (ή να τις υποκαταστήσει) ο «σύγχρονος» άνθρωπος, που σίγουρα αισθάνεται να αυξάνεται η αμηχανία και η έλλειψη επικοινωνίας που χαρακτηρίζουν τη «νέα τάξη» ζωής, όπου έχει ενταχθεί. Γι’ αυτό, όσο κι αν έχουμε «ξεπεράσει τέτοιες γραφικότητες», σίγουρα θα νιώσουμε άβολα αν έρθει μια μέρα που δε θα χτυπήσει κανείς την πόρτα μας για «να μας τα πει, έτσι για το καλό!».

Επιβάλλεται, λοιπόν, να αποκαταστήσουμε τις σχέσεις μ’ αυτό το ρεπερτόριο, ανακαλώντας μνήμες οι παλαιότεροι, ανακαλύπτοντας διαστάσεις απρόσμενες οι νεότεροι, διδάσκοντάς το στα παιδιά σαν μια μύηση στη σοφία και την αίσθηση του ελληνικού πνεύματος.

Τα ελληνικά κάλαντα, με τη δομή και τη λειτουργία τους, έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι το ουσιαστικό νόημα της μουσικής παράδοσης είναι η έκφραση και η επικοινωνία μέσα από σύμβολα και διαδικασίες που αντέχουν στους αιώνες, γιατί απευθύνονται στις βαθύτερες ανάγκες κι ελπίδες τού κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό και δεν έχουμε δικαίωμα να μετατρέπουμε ένα παρόμοιο πολύτιμο εργαλείο εθνικής γνώσης και αυτογνωσίας σε μια γραφική εθιμοτυπία για πολιτικά γραφεία και λεωφορεία, μέσα από μια μηχανική αδιάφορη αναπαραγωγή από παιδάκια που «παπαγαλίζουν» για να εξασφαλίσουν τον μποναμά τους, και συλλόγους αναξιοπαθούντων που περιφέρονται παίζοντας με το μαγνητόφωνο στη διαπασών το «Αχ, Έλατο, μ’ αρέσεις πώς μ’ αρέσεις!».

Πού είναι, λοιπόν, τα σχολεία και οι φωτισμένοι δάσκαλοι που θα διδάξουν στα παιδιά να βιώσουν και να σεβαστούν την πραγματική διάσταση αυτών των τραγουδιών; Ποιοι και πόσοι ραδιοφωνικοί σταθμοί ή τηλεοπτικά κανάλια θα μπουν στον κόπο (ή στον ...κίνδυνο για τα ποσοστά της ακροαματικότητας) να αντιπαραθέσουν τα ελληνικά κάλαντα ή τους βυζαντινούς ύμνους των Χρι-στουγέννων στο «White Christmas» και το «Silent Night»;

Πόσοι θυμούνται αυτές τις μέρες ότι, εκτός από τον Santa Claus με το κόκκινο σκουφί, τις ερμίνες και τους ταράνδους, υπάρχει και ο Έλληνας Αϊ-Βασίλης; Ασκητικός, λόγιος αλλά και γεωργός, που δεν κουβαλάει δώρα αλλά περιμένει να τον φιλέψουν οι νοικοκυραίοι, δίνοντάς τους γι’ αντάλλαγμα την «αλφαβήτα» (την ελληνική παιδεία) που -όπως διηγούνται τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα- κάνει το ξερό ραβδί του ν’ ανθίσει.

Τα σύμβολα μιας νέας αρχής, μιας νέας ελπίδας, εξακολουθούν να παρηγορούν μέσα από τα παραδοσιακά κάλαντα και το ραβδί του Έλληνα Αϊ-Βασίλη!...

Λάμπρος Λιάβας

από το πρόγραμμα της συναυλίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ επιλογή

1. Κυριάκος Ζαχαρενάκης, Κάλαντα και παράδοση του Δωδεκαημέρου (τα κάλαντα της Ελλάδας σε δύο μουσικά συστήματα - μουσικές καταγραφές), εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1986.
2. Κώστας Καραπατάκης, Το Δωδεκαήμερο. Παλιά χριστουγιεννιάτικα ήθη και έθιμα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 31981.
3. Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, Οι 12 μήνες, τα λαογραφικά (για παιδιά), εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Αθήνα 21986.
4. Δημήτριος Λουκάτος, Χριστουγιεννιάτικα και των γιορτών, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 21984.
5. Γεώργιος Μέγας, Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 21988 (επανέκδοση στη δημοτική της αρχικής έκδοσης του 1956-57).

ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ επιλογή

1. Ελληνικά Κάλαντα, Δόμνα Σαμίου (1974), EMI-Columbia 14C 056-70139.
2. Χριστός γεννάται, Κάλαντα, τροπάρια και νησιώτικα τραγούδια με την παιδική χορωδία του Χρήστου Τσιαμούλη (1984), Λύρα, 3388.
3. Κάλαντα Δωδεκαημέρου, με το «Αρχείο Ελληνικής Μουσικής» (1995), Υπουργείο Πολιτισμού - Στέγη Καλών Τεχνών και Γραμμάτων, AEM CD001.
4. Κάλαντα Δωδεκαημέρου, με την ορχήστρα παραδοσιακής μουσικής του Προτύπου Μουσικού Κέντρου Πειραιά (1995), κασέτα.

Πρόγραμμα

Καλήν εσπέραν άρχοντες, αστικά, Χρστουγέννων
Χριστούγεννα Πρωτούγεννα, Αστυπάλαιας, Χριστουγέννων
Χριστός γεννάται σήμερο, Κρήτης, Χριστουγέννων
Βλέπω καράβια κι έρχονται, Σκιάθου
Ομορφούλα, οργανικό Φλώρινας, Μακεδονίας
Χριστούγεννα Πρωτούγεννα, Πελοποννήσου, Χριστουγέννων
Παντρεύουνε τον κάβουρα, Πελοποννήσου, σατιρικό
Χριστός γεννιέτι, χαρά στουν κόσμου, Θράκης, Χριστουγέννων
Ευχές και παινέματα, Θράκης, Χριστουγέννων
Μαντιλάτος, οργανικό Θράκης
Μπάρμπα-Μαθιός – Καροτσέρης, χασαπιά Σάμου, Κωνσταντινούπολης
Τραγούδησε η Δόμνα Σαμίου και η Χορωδία του Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου.

Χριστός γεννέθεν, χαρά στον κόσμον, Πόντου, Χριστουγέννων
Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, Πόντου
Τραγούδησε και έπαιξε λύρα ο Μιχάλης Καλιοντζίδης με τους μαθητές της «Μουσικής Στέγης».

Χριστουγεννιάτικα κάλαντα, Ηπείρου
Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, Ηπείρου
Κοντούλα λεμονιά, Ηπείρου
Τραγούδησε ο Βαγγέλης Κώτσου με τους μαθητές του «Εργαστηρίου Τέχνης και Πολιτισμού».

Πάλιν ακούσετ’ άρχοντες, Αστυπάλαιας, Πρωτοχρονιάς
Εις αυτό το νέον έτος, Μικράς Ασίας, Πρωτοχρονιάς
Ανοίξετε την πόρτα σας, Κρήτης, Πρωτοχρονιάς
Κάτω στο γιαλό, συρτό Αιγαίου
Π’ αυγηνικό κι αν βγήκαμε – Σούρβα, σούρβα, Θράκης, Πρωτοχρονιάς
Άγιος Βασίλης έρχεται, Μακεδονίας, Πρωτοχρονιάς
Μήλο μου κόκκινο, Μακεδονίας
Άγιος Βασίλης έρκεται, Ικαρίας, Πρωτοχρονιάς
Ταταυλιανό, χασάπικο Κωνσταντινούπολης
Τραγούδησε η Δόμνα Σαμίου και η Χορωδία του Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου.

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, αστικά Πρωτοχρονιάς
Με τη συμμετοχή όλων των συντελεστών.
Συνεργάτες

    Τραγούδι: Δόμνα Σαμίου, Μιχάλης Καλιοντζίδης, Βαγγέλης Κώτσου Χορωδία: Μαθητές της «Μουσικής Στέγης», Μαθητές του «Εργαστηρίου Τέχνης και Πολιτισμού», Ομάδα παιδιών, Χορωδία του Καλλιτεχνικού Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου Κλαρίνο: Νίκος Φιλιππίδης Φλογέρα: Νίκος Φιλιππίδης Βιολί: Γιώργος Μαρινάκης Πολίτικη λύρα : Σωκράτης Σινόπουλος Λύρα Πόντου: Μιχάλης Καλιοντζίδης Λάφτα: Σωκράτης Σινόπουλος Λαούτο: Κώστας Φιλιππίδης Κρουστά: Γιώργος Γευγελής Μουσική επιμέλεια: Λάμπρος Λιάβας

domnasamiou.gr

 Μοιραστείτε το άρθρο, με αυτόν τον τρόπο μας επιβραβεύετε.

Ακολουθήστε το newsplanet09.info στο Google News και στο instagram για να ενημερώνεστε για όλα τα τελευταία άρθρα μας.

Fair Notice -Mε επιφύλαξη παντός νόμιμου δικαιώματος:Το newsplanet09 όπως και η σελίδα μας newsplanet09 στο facebook απαγορεύει ρητώς από 9/6/20 οποιαδήποτε επισήμανση ή χαρακτηρισμό των άρθρων του από μη αναγνωρισμένες από το Ελληνικό κράτος, αλλά και τους διεθνείς νόμους προστασίας ατομικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθερίας άποψης και ιδεών από διαδικτυακές οργανώσεις, οι οποίες δεν συνάδουν με το Σύνταγμα & τους νόμους της χώρας μας, και τις οποίες δεν αναγνωρίζουμε.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από enot-poloskun. Από το Blogger.